Το Σύνδρομο του Ευερέθιστου Εντέρου (IBS) αποτελεί απόρροια πολλών διαφορετικών παραγόντων, όπως για παράδειγμα γενετικών, φυσιολογικών και ψυχολογικών παραγόντων αλλά και του τρόπου ζωής (δείτε περισσότερα εδώ). Ακόμη, η διαχείριση των συμπτωμάτων του αποτελεί μία δύσκολη διαδικασία, εξαιτίας της μη εξακρίβωσης της παθολογίας και της αιτιολογίας του συνδρόμου. Συνεπώς, η δίαιτα FODMAP στοχεύει στη μείωση συγκεκριμένων τροφίμων με στόχο τη διαχείριση των συμπτωμάτων του συνδρόμου του ευερέθιστου εντέρου. Αρχικά, τι ακριβώς όμως εκφράζει το ακρωνύμιο FODMAPs; Επίσης, γιατί κάποιος εφαρμόζει τη συγκεκριμένη δίαιτα;

—-

Τι εκφράζει το ακρωνύμιο FODMAP;

Καταρχάς, περιλαμβάνει τους ολιγο-, δι- και μονο-σακχαρίτες καθώς και τις πολυόλες (δηλαδή τα γράμματα Oligo- Di – Mono- saccharides and Polyols) που αποτελούν υδατάνθρακες βραχείας αλυσίδας πολλών τροφίμων. Τη ζύμωση αυτών των υδατανθράκων χαρακτηρίζει το γράμμα F (fermentable) της δίαιτας FODMAP. Ακόμη, οι υδατάνθρακες αυτοί χρήζουν ιδιαίτερης σημασίας λόγω της ελάχιστης απορρόφησης τους από το λεπτό έντερο, της δέσμευσης επιπλέον νερού σε αυτό και της ικανότητας της γρήγορης ζύμωσης τους από βακτήρια του εντέρου γεγονός που δυσχεραίνει τα συμπτώματα του συνδρόμου του ευερέθιστου εντέρου.

Δίαιτα FODMAP και Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου

—-

Πιο συγκεκριμένα τα αρχικά της δίαιτας FODMAP αποτελούν τους:

  • Ολιγοσακχαρίτες: όπως οι φρουκτάνες και οι γαλακτοσακχαρίτες. Πιο συγκεκριμένα, πηγές των φρουκτανών αποτελούν το σιτάρι, η σίκαλη, τα κρεμμύδια, το σκόρδο και οι αγκινάρες. Ακόμη, οι φακές, τα ρεβίθια, το μπρόκολο, τα φασόλια, τα λαχανάκια Βρυξελλών και τα προϊόντα με βάση τη σόγια αποτελούν πηγές των γαλακτοσακχαριτών.
  • Δισακχαρίτες: τον πιο γνωστό δισακχαρίτη αποτελεί η λακτόζη. Αρχικά, ο δισακχαρίτης αυτός απαιτεί τη λακτάση, ένα πεπτικό ένζυμο, για την απορρόφηση της. Επιπλέον, πηγές της λακτόζης αποτελούν το γάλα και ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα όπως το γιαούρτι και διάφορα κρεμώδη τυριά.
  • Μονοσακχαρίτες: Η φρουκτόζη αποτελεί μονοσακχαρίτη και ειδικότερα των φρούτων. Ακόμη, ο συνδυασμός με πηγές γλυκόζης, ενός άλλου τύπου σακχάρου, ενισχύει την απορρόφηση της φρουκτόζης. Επομένως, πιο ανεκτά φρούτα αποτελούν εκείνα με ίσες ποσότητες φρουκτόζης και γλυκόζης. Συγκεκριμένα, μερικά παραδείγματα τροφίμων με υψηλότερη φρουκτόζη που πιθανότατα προκαλούν γαστρεντερικές ενοχλήσεις αποτελούν το μέλι, το μήλο και το αχλάδι.
  • Πολυόλες: Γνωστές ως σάκχαρα αλκοολών (πχ σορβιτόλη, μαννιτόλη). Πηγές τους αποτελούν τόσο μερικά φρούτα όπως τα κεράσια, τα νεκταρίνια, τα μήλα και τα αχλάδια όσο και λαχανικά όπως τα μανιτάρια και το κουνουπίδι αλλά και ορισμένα υποκατάστατα ζάχαρης όπως η ξυλιτόλη ή η σορβιτόλη.

Τι προκαλεί μια διατροφή υψηλή σε FODMAPs:

Συμπερασματικά, η ζύμωση των υδατανθράκων αυτών πιθανότατα οδηγεί σε υπερβολική συσσώρευση υγρών και αερίων, με αποτέλεσμα την πρόκληση φουσκώματος, μετεωρισμού, κοιλιακού άλγους και άλλων διαταραχών του γαστρεντερικού. Συνεπώς, αφού πολλά κοινά καθημερινά τρόφιμα εκ φύσεως διαθέτουν τους υδατάνθρακες αυτούς, η μείωση της πρόσληψης αυτών πιθανότατα ελαττώνει τα παραπάνω συμπτώματα σε άτομα με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.

Επομένως, ανάλογα με την ποσότητα που καταναλώνει το κάθε άτομο αλλά και την ανοχή του οργανισμού του, τα τρόφιμα υψηλά σε FODMAPs πιθανόν οδηγούν στην παραγωγή αυξημένων αερίων, φουσκωμάτων, κοιλιακού άλγους αλλά και διάρροιας.

Πώς λειτουργεί μια δίαιτα χαμηλή σε FODMAPs;

Αρχικά, ξεκινά με μία περίοδο προσαρμογής σε τρόφιμα χαμηλά σε FODMAPs που συνήθως διαρκεί από δύο έως έξι εβδομάδες. Ακολούθως, ανάλογα με την κατάσταση του ασθενούς με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, ξεκινά η σταδιακά εισαγωγή ορισμένων τροφίμων υψηλότερα σε FODMAPs ενώ ταυτόχρονα ο ασθενής παρακολουθεί την εμφάνιση τυχόν συμπτωμάτων γαστρεντερικής δυσφορίας, προκειμένου τον εντοπισμό εκείνων των τροφίμων που τα προκαλούν.

Ωστόσο, δεν αποτελεί απαραίτητη κίνηση η συνολική μείωση των υδατανθράκων αλλά ο περιορισμός αυτών των πηγών υψηλών σε FODMAPs.

Πράγματι, η σταδιακή επανεισαγωγή αποτελεί σημαντικό βήμα διότι ο περιορισμός πολλών φρούτων, λαχανικών, φυτικών πρωτεϊνών και γαλακτοκομικών τροφίμων πιθανότατα οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο ελλείψεων θρεπτικών συστατικών και φυτικών ινών.

Συνεπώς, η συμβολή ενός διαιτολόγου – διατροφολόγου βοηθάει στη διαχείριση της φάσης της επανεισαγωγής των τροφίμων μέσω της διαμόρφωσης ενός προγράμματος για ασθενείς με σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου που εξασφαλίζει την κάλυψη των αναγκών του ασθενούς. Τέλος, σημαντικό αποτελεί ότι η δίαιτα FODMAP στοχεύει στην μειωμένη κατανάλωση των τροφίμων υψηλά σε FODMAPs αλλά δεν ισοδυναμεί σε μία διατροφή χωρίς καθόλου FODMAPs.

Ενδεικτικός πίνακας τροφίμων χαμηλών και υψηλών σε FODMAPs

  Τρόφιμα χαμηλά σε FODMAPs Τρόφιμα υψηλά σε FODMAPs
Φρούτα Μπανάνες, Μύρτιλλα, Γκρέιπφρουτ, Πεπόνι, Ακτινίδια, Πορτοκάλια, Μανταρίνια, Φράουλες, Ανανά, Σταφύλια, Λεμόνι Μήλα, Αχλάδια, Ροδάκινο, Κεράσια, Μάνγκο, Καρπούζι, Δαμάσκηνα, Βερίκοκα, Νεκταρίνια, Αποξηραμένα Φρούτα, Αβοκάντο, Φρούτα σε κονσέρβα
Λαχανικά Καρότα, Κολοκυθάκια, Αγγούρι, Μελιτζάνα Λευκή, Μαρούλι, Πατάτες, Φασολάκια πράσινα Μπρόκολο, Κουνουπίδι, Αγκινάρες, Σπαράγγια, Λαχανάκια Βρυξελλών, Σκόρδο, Κρεμμύδι, Μπάμιες, Αρακάς, Πράσο
Δημητριακά Αλεύρι και προϊόντα χωρίς γλουτένη, ψωμιά, δημητριακά από καλαμπόκι, ρύζι, βρώμη, κινόα Αλεύρι και προϊόντα από σιτάρι, σίκαλη ή κριθάρι
Γαλακτοκομικά Γαλακτοκομικά προϊόντα χωρίς λακτόζη, Γάλα ρυζιού, Γάλα ή γιαούρτι αμυγδάλου, Γάλα βρώμης, Σκληρά τυριά όπως φέτα, Ελβετικό τυρί, Μοτσαρέλα, Τσένταρ, Παρμεζάνα Γάλατα ζωικής προέλευσης και γιαούρτι, Κεφίρ, Παγωτό, Μαλακά τυριά (πχ ρικότα, μασκαρπόνε, κατίκι, cottage)
Ξηροί Καρποί & Έλαια Αμύγδαλα, Καρύδια, Κουκουνάρια, Σουσάμι, Κολοκυθόσπορο, Λιναρόσπορο, Σπόροι chia, Βούτυρα ξηρών καρπών, Ελιές, ελαιόλαδο Κάσιους, Φιστίκια Αιγίνης
Πηγές Πρωτεΐνης Κοτόπουλο, Γαλοπούλα, Οστρακοειδή, Θαλασσινά, Ψάρι, Αυγά,  Μοσχάρι, Χοιρινό, Σκληρό Τόφου Όσπρια, Μαριναρισμένα κρέατα, κάποια επεξεργασμένα κρέατα (πχ λουκάνικα)
Γλυκαντικά Ασπαρτάμη, Στέβια, Ζαχαρίνη, Σιρόπι Σφενδάμου, Μαύρη σοκολάτα Μέλι, Σιρόπι αγαύης, Σορβιτόλη, Μαλτιτόλη και Ξυλιτόλη (κυρίως σε τσίχλες και καραμέλες), Μαρμελάδες, Μελάσα

Συντακτική ομάδα:

Μέλλου Έλενα
Κλινική Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών,
MSc candidate Διατροφή, Δημόσια Υγεία και Πολιτικές – Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών—-
—-
Κοντογιάννη Μάγδα
Διατροφολόγος, Επιστήμονας Τροφίμων & Διατροφής – Πανεπιστήμιο Αιγαίου
MSc Διατροφή, Δημόσια Υγεία και Πολιτικές – Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών